lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κομμωτής στα πορτογαλικά

Λέξη:
κομμωτής (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (2):
cabeleireiro, pequeno
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά κομμωτής, κομμωτήσ τεχνικόσ περιποίησησ κόμησ, κομμωτήσ στέφανοσ βασιλάκησ, κομμωτής του κολωνακίου, κομμωτής στα αγγλικά, κομμωτής με πλαστό πτυχίο νοσηλευτικής διορίστηκε διοικητής νοσοκομείου, κομμωτής στα πορτογαλικά, cabeleireiro στα ελληνικά
κομμωτής στα πορτογαλικά