lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κομμωτής στα φινλανδικά

Λέξη:
κομμωτής (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά κομμωτής, κομμωτήσ τεχνικόσ περιποίησησ κόμησ, κομμωτήσ στέφανοσ βασιλάκησ, κομμωτής του κολωνακίου, κομμωτής στα αγγλικά, κομμωτής με πλαστό πτυχίο νοσηλευτικής διορίστηκε διοικητής νοσοκομείου, κομμωτής στα φινλανδικά, kampaaja στα ελληνικά
κομμωτής στα φινλανδικά