lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κομμωτής στα ουκρανικά

Λέξη:
κομμωτής (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά κομμωτής, κομμωτήσ τεχνικόσ περιποίησησ κόμησ, κομμωτήσ στέφανοσ βασιλάκησ, κομμωτής του κολωνακίου, κομμωτής στα αγγλικά, κομμωτής με πλαστό πτυχίο νοσηλευτικής διορίστηκε διοικητής νοσοκομείου, κομμωτής στα ουκρανικά, перукар στα ελληνικά
κομμωτής στα ουκρανικά