lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

συνοδεύω στα πορτογαλικά

Λέξη:
συνοδεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (3):
escoltar, acompanhar, seguir
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά συνοδεύω, συνοδεύω συνώνυμα, συνοδεύω στα αγγλικά, συνοδεύω english, συνοδεύω στα πορτογαλικά, escoltar στα ελληνικά
συνοδεύω στα πορτογαλικά