lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πτερύγιο στα γαλλικά

Λέξη:
πτερύγιο (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (14):
abaisse-langue, aileron, aube, nageoire, omoplate, pale, paleron, palette, palme, pelle, petite, spatule, volet, épaule
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά πτερύγιο, ρινικό πτερύγιο, πτερύγιο ωτός, πτερύγιο στο μάτι, πτερύγιο οφθαλμού, πτερύγιο ματιού, πτερύγιο στα γαλλικά, abaisse-langue στα ελληνικά
πτερύγιο στα γαλλικά