lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

απότομος στα ρωσικά

Λέξη:
απότομος (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (9):
внезапный, дерзкий, отрывистый, грубый, необработанный, резкий, хриплый, шероховатый, шершавый
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά απότομος, απότομος συνώνυμο, απότομος συνώνυμα, απότομος πονοκέφαλος, απότομος μετάφραση, απότομος ελιγμός αναστάτωσε τους επιβάτες του «festos palace», απότομος στα ρωσικά, внезапный στα ελληνικά
απότομος στα ρωσικά