lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

απότομος στα σουηδικά

Λέξη:
απότομος (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (13):
abrupt, barsk, brant, brysk, grov, hastig, kärv, plötsligt, rum, rå, skrovlig, sträv, tvär
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά απότομος, απότομος συνώνυμο, απότομος συνώνυμα, απότομος πονοκέφαλος, απότομος μετάφραση, απότομος ελιγμός αναστάτωσε τους επιβάτες του «festos palace», απότομος στα σουηδικά, abrupt στα ελληνικά
απότομος στα σουηδικά