lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βλέπω στα ρωσικά

Λέξη:
βλέπω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (13):
видать, видеть, глядеть, лицезреть, наблюдать, оглядывать, осматривать, повидать, поглядеть, посмотреть, смотреть, увидать, увидеть
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά βλέπω, βλέπω τον θάνατο σου 4, βλέπω το θάνατό σου, βλέπω συνώνυμα, βλέπω στον ύπνο μου αφροδίτες, βλέπω μυγάκια, βλέπω στα ρωσικά, видать στα ελληνικά
βλέπω στα ρωσικά