lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γεμάτος στα ρωσικά

Λέξη:
γεμάτος (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (6):
весь, кишащий, наполненный, полный, совершенный, целый
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά γεμάτος, γεμάτος συνώνυμα, γεμάτος σκληρός δίσκος, γεμάτος πλανήτης άδεια πιάτα, γεμάτος δίσκος, γεμάτος στα ρωσικά, весь στα ελληνικά
γεμάτος στα ρωσικά