lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γεμάτος στα τσεχική

Λέξη:
γεμάτος (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (14):
bohatý, celý, hojný, kompletní, naplněný, nasycený, obsazený, plný, početný, sytý, ucelený, zvučný, úplný, četný
Σχετικές λέξεις:
τσεχική γεμάτος, γεμάτος συνώνυμα, γεμάτος σκληρός δίσκος, γεμάτος πλανήτης άδεια πιάτα, γεμάτος δίσκος, γεμάτος στα τσεχική, bohatý στα ελληνικά
γεμάτος στα τσεχική