lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διψασμένος στα ρωσικά

Λέξη:
διψασμένος (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (3):
жадный, жаждущий, усердный
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά διψασμένος, διψασμένος στα ρωσικά, жадный στα ελληνικά
διψασμένος στα ρωσικά