lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διψασμένος στα νορβηγικά

Λέξη:
διψασμένος (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (3):
begjærlig, ingen, tørst
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά διψασμένος, διψασμένος στα νορβηγικά, begjærlig στα ελληνικά
διψασμένος στα νορβηγικά