lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μοναχός στα ρωσικά

Λέξη:
μοναχός (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (18):
един, единичный, единствен, единственный, единый, лишь, несравненный, один, одинок, одинокий, одиночный, сам, само, самое, самолично, самый, сиротливый, только
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά μοναχός, μοναχός τραγουδιστής, μοναχός στο κάτι ψήνεται, μοναχός σου χόρευε κι όσο θέλεις πήδα, μοναχός παίσιος, μοναχός μωυσής, μοναχός στα ρωσικά, един στα ελληνικά
μοναχός στα ρωσικά