lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

υπόθεση στα ρωσικά

Λέξη:
υπόθεση (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (17):
афера, вещь, действие, дело, догадка, задача, интерес, интрига, истечение, казус, падеж, поступок, предмет, предположение, работа, случай, соображение
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά υπόθεση, υπόθεση του riemann, υπόθεση οτσαλάν, υπόθεση ντρέιφους, υπόθεση μαρσελίνο, υπόθεση μέρτεν, υπόθεση στα ρωσικά, афера στα ελληνικά
υπόθεση στα ρωσικά