lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

υπόθεση στα φινλανδικά

Λέξη:
υπόθεση (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (25):
arvailu, arvelu, asia, esine, etu, homma, intressi, kalu, kapine, kappale, kauppa, kysymys, liikeasia, luulo, myymälä, puoti, pyyde, seikka, sija, tapaus, teko, toimi, toiminta, työ, vaikutus
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά υπόθεση, υπόθεση του riemann, υπόθεση οτσαλάν, υπόθεση ντρέιφους, υπόθεση μαρσελίνο, υπόθεση μέρτεν, υπόθεση στα φινλανδικά, arvailu στα ελληνικά
υπόθεση στα φινλανδικά