lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

υψώνω στα ρωσικά

Λέξη:
υψώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά υψώνω, υψώνω στα ρωσικά, вывесить στα ελληνικά
υψώνω στα ρωσικά