lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

άνετος στα σουηδικά

Λέξη:
άνετος (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (12):
behändig, bekväm, enkel, fri, greig, komfortabel, ledig, lett, lätt, skön, trivsam, vilsam
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά άνετος, είμαι άνετος, άνετος συνώνυμα, άνετος στα αγγλικά, άνετος στα σουηδικά, behändig στα ελληνικά
άνετος στα σουηδικά