lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αδύνατος στα σουηδικά

Λέξη:
αδύνατος (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (3):
dårlig, erbarmlig, skral
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά αδύνατος, θηρίο αδύνατος, αδύνατος τύπος προσωπικών αντωνυμιών, αδύνατος τύπος προσωπικής αντωνυμίας, αδύνατος τύπος κτητικής αντωνυμίας, αδύνατος τύπος αντωνυμίας, αδύνατος στα σουηδικά, dårlig στα ελληνικά
αδύνατος στα σουηδικά