lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αξιωματικός στα σουηδικά

Λέξη:
αξιωματικός (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (5):
funktionär, officer, kontorist, polis, tjänsteman
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά αξιωματικός, αξιωματικός υπηρεσίας, αξιωματικός στρατού μισθος, αξιωματικός στρατού, αξιωματικός πυροσβεστικής, αξιωματικός πολεμικού ναυτικού, αξιωματικός στα σουηδικά, funktionär στα ελληνικά
αξιωματικός στα σουηδικά