lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αξιωματικός στα αγγλικά

Λέξη:
αξιωματικός (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (10):
functionary, officer, usher, mate, clerk, magistrate, official, registrar, serviceman, white-collar
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά αξιωματικός, αξιωματικός υπηρεσίας, αξιωματικός στρατού μισθος, αξιωματικός στρατού, αξιωματικός πυροσβεστικής, αξιωματικός πολεμικού ναυτικού, αξιωματικός στα αγγλικά, functionary στα ελληνικά
αξιωματικός στα αγγλικά