lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κέικ στα σουηδικά

Λέξη:
κέικ (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (8):
bakelse, dopp, kaka, krake, deg, smet, paj, plätt
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά κέικ, κέικ χωρίς αυγά, κέικ σοκολάτας, κέικ πορτοκαλιού, κέικ πορτοκάλι, κέικ νηστίσιμο, κέικ στα σουηδικά, bakelse στα ελληνικά
κέικ στα σουηδικά