lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κέικ στα δανική

Λέξη:
κέικ (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (7):
biskuit, dope, kage, kalke, kiks, dej, sået
Σχετικές λέξεις:
δανική κέικ, κέικ χωρίς αυγά, κέικ σοκολάτας, κέικ πορτοκαλιού, κέικ πορτοκάλι, κέικ νηστίσιμο, κέικ στα δανική, biskuit στα ελληνικά
κέικ στα δανική