lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

στολή στα σουηδικά

Λέξη:
στολή (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (7):
enhetlig, homogen, uniform, även, jämn, plan, stadig
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά στολή, στολή σουλιώτισσας, στολή ραπουνζελ, στολή πειρατή, στολή ξωτικού, στολή καουμπόι, στολή στα σουηδικά, enhetlig στα ελληνικά
στολή στα σουηδικά