lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

στολή στα γερμανικά

Λέξη:
στολή (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (8):
einheitlich, geschlossen, gleichartig, gleichförmig, uniform, schüleruniform, eben, gleichmäßig
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά στολή, στολή σουλιώτισσας, στολή ραπουνζελ, στολή πειρατή, στολή ξωτικού, στολή καουμπόι, στολή στα γερμανικά, einheitlich στα ελληνικά
στολή στα γερμανικά