lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

υποκύπτω στα σουηδικά

Λέξη:
υποκύπτω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά υποκύπτω, υποκύπτω συνώνυμα, υποκύπτω στα γαλλικα, υποκύπτω μετάφραση, υποκύπτω ετυμολογια, υποκύπτω αγγλικα, υποκύπτω στα σουηδικά, undergå στα ελληνικά
υποκύπτω στα σουηδικά