lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

φοβερός στα σουηδικά

Λέξη:
φοβερός (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (20):
avskyvärd, befara, bister, fasansfull, faslig, frukta, fruktansvärd, ful, förfärlig, förskräcklig, gräslig, hemsk, morsk, obskur, ohygglig, ruskig, ryskig, ryslig, rädsla, skräck
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά φοβερός, φοβερός συνώνυμα, φοβερός πονόλαιμος, φοβερός πιτσιρικάς κοροιδεύει την αδερφή του, φοβερός έννοια, λυκος φοβερός, φοβερός στα σουηδικά, avskyvärd στα ελληνικά
φοβερός στα σουηδικά