lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

φοβερός στα λευκορωσίας

Λέξη:
φοβερός (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (4):
жахлівы, жудасны, страшны, страшэнны
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας φοβερός, φοβερός συνώνυμα, φοβερός πονόλαιμος, φοβερός πιτσιρικάς κοροιδεύει την αδερφή του, φοβερός έννοια, λυκος φοβερός, φοβερός στα λευκορωσίας, жахлівы στα ελληνικά
φοβερός στα λευκορωσίας