lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ύφεση στα σουηδικά

Λέξη:
ύφεση (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (3):
beklämning, enn, lågtryck
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά ύφεση, ύφεση συνώνυμο, ύφεση στην οικονομία, ύφεση στην ελλάδα, ύφεση ορισμός, ύφεση μουσική, ύφεση στα σουηδικά, beklämning στα ελληνικά
ύφεση στα σουηδικά