lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: συμπλοκή

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
affray, brawl, disturbance, fight, fracas, fray, ruckus, rumpus, scrap, scuffle, tussle
συμπλοκή
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
bitka, hádka, mela, povyk, pranice, pračka, rvačka, výtržnost, šarvátka
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
handgemenge, händel, krawall, schlägerei
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
slagsmål
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
pelea, rifa, riña, zipizape
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
bagarre, chamaillerie, rixe, tapage
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
mischia, rissa, tafferuglio, zuffa
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
slagsmål
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
дебоширство, драка, потасовка, скандал
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
slagsmål
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
бойка
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kahakka, käsirysy, melske
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
tuča, tučnjava
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
бійка, манжета, парик, перука, суперечка
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
burda, bójka

Σχετικές λέξεις

συμπλοκή στα σεπόλια, συμπλοκή φιλάθλων στο νέο κόσμο, συμπλοκή αστυνομικών και ληστών με καλάσνικοφ, συμπλοκή με τραυματίεσ φιλάθλουσ στην θεσσαλονίκη, συμπλοκή για τα μάτια, συμπλοκή κασιδιάρη - κανέλλη στο στούντιο, συμπλοκή στο γκύζη, συμπλοκή οπαδών, συμπλοκή της πεύκης, συμπλοκή οπαδών στα πατήσια