lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: σύμβολο

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
crest, device, emblem, logo, sign, symbol
σύμβολο
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
devíza, emblém, erb, firma, heslo, odznak, příznak, symbol, znak, značka, štít
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
devise, schild, sinnbild, symbol, wahlspruch, wahrzeichen, wappen, zeichen
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
emblem, skilt, symbol, tegn
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
divisa, emblema, lema, símbolo
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
armoiries, attribut, devise, emblème, enseigne, symbole
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
cartello, emblema, insegna, simbolo
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
emblem, skilt, tegn
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
герб, символ
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
emblem
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
emblemë, stemë
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
емблема, символ
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
герб
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
sümbol
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
vertauskuva
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
grb, simbol
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
cégtábla, cégér, címer, jel, szimbólum
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
požymis, simbolis
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
divisa, emblema, escudo, lema, símbolo, timbre
Λεξικό:
σλοβενική
Μεταφράσεις:
grb
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
znak
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
герб, знання, символ
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
godło

Σχετικές λέξεις

σύμβολο παραγράφου, σύμβολο της πίστεως, σύμβολο ευρώ, σύμβολο περίπου, σύμβολο πίστεως, σύμβολο της πίστης, σύμβολο μεγαλύτερο, σύμβολο συνώνυμα, σύμβολο ρίζας στο word, σύμβολο ειρήνης