ταυτόχρονα στα αγγλικά, ταυτόχρονα συνώνυμα, ταυτόχρονα στα γαλλικά, ταυτόχρονα μετάφραση, ταυτόχρονα ή ταυτόχρονα, εομ ταυτόχρονα
εμπειρία κρυολόγημα σφαίρα ένορκος μασάζ μικροσκόπιο φλογερός βλάκας επιθεώρηση τμήμα κανονίζω ρείθρο κίνδυνος μονός εμβολιάζω βλάβη καταστρέφω αποχή κόκκος σύγκριση