lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αυτοπεποίθηση στα τσεχική

Λέξη:
αυτοπεποίθηση (Αριθμός των γραμμάτων: 13)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (8):
důvěra, spolehnutí, víra, důvěryhodnost, kredit, přesvědčení, spoléhání, úvěr
Σχετικές λέξεις:
τσεχική αυτοπεποίθηση, αυτοπεποίθηση τεστ, αυτοπεποίθηση συνώνυμα, αυτοπεποίθηση στα παιδιά, αυτοπεποίθηση παιδιού, αυτοπεποίθηση ορισμός, αυτοπεποίθηση στα τσεχική, důvěra στα ελληνικά
αυτοπεποίθηση στα τσεχική