lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αυτοπεποίθηση στα ρωσικά

Λέξη:
αυτοπεποίθηση (Αριθμός των γραμμάτων: 13)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (6):
доверие, доверчивость, упование, вера, кредит, признание
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά αυτοπεποίθηση, αυτοπεποίθηση τεστ, αυτοπεποίθηση συνώνυμα, αυτοπεποίθηση στα παιδιά, αυτοπεποίθηση παιδιού, αυτοπεποίθηση ορισμός, αυτοπεποίθηση στα ρωσικά, доверие στα ελληνικά
αυτοπεποίθηση στα ρωσικά