lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μόνιμος στα τσεχική

Λέξη:
μόνιμος (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (12):
nepřerušený, nepřetržitý, neustálý, neutuchající, permanentní, pevný, plynulý, průběžný, spojitý, stálý, trvalý, ustavičný
Σχετικές λέξεις:
τσεχική μόνιμος, μόνιμος κεντρικός φλεβικός καθετήρας, μόνιμος κάτοικος- το κορίτσι, μόνιμος κάτοικος- καλή σας νύχτα, μόνιμος κάτοικος το πρώτο τρένο στίχοι, μόνιμος κάτοικος η φωνή στίχοι, μόνιμος στα τσεχική, nepřerušený στα ελληνικά
μόνιμος στα τσεχική