lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μόνιμος στα ουκρανικά

Λέξη:
μόνιμος (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (6):
безперебійний, безперервний, безупинний, кінцевий-до-кінцевий, неперервний, нерозбитий
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά μόνιμος, μόνιμος κεντρικός φλεβικός καθετήρας, μόνιμος κάτοικος- το κορίτσι, μόνιμος κάτοικος- καλή σας νύχτα, μόνιμος κάτοικος το πρώτο τρένο στίχοι, μόνιμος κάτοικος η φωνή στίχοι, μόνιμος στα ουκρανικά, безперебійний στα ελληνικά
μόνιμος στα ουκρανικά