lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πολιορκώ στα τσεχική

Λέξη:
πολιορκώ (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (4):
obléhat, obtěžovat, trápit, oblehnout
Σχετικές λέξεις:
τσεχική πολιορκώ, πολιορκώ στα τσεχική, obléhat στα ελληνικά
πολιορκώ στα τσεχική