lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πολιορκώ στα λευκορωσίας

Λέξη:
πολιορκώ (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (3):
акружаць, асаджваць, даймаць
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας πολιορκώ, πολιορκώ στα λευκορωσίας, акружаць στα ελληνικά
πολιορκώ στα λευκορωσίας