lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σκοτώνω στα τσεχική

Λέξη:
σκοτώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (8):
vraždit, zabíjet, zabít, zavraždit, zničit, porážet, skolit, ubít
Σχετικές λέξεις:
τσεχική σκοτώνω, όνειρο σκοτώνω, σκοτώνω συνώνυμο, σκοτώνω συνώνυμα, σκοτώνω στα ιταλικα, σκοτώνω σου λέω για χάρη του έρωτά μας, σκοτώνω στα τσεχική, vraždit στα ελληνικά
σκοτώνω στα τσεχική