lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σκοτώνω στα γερμανικά

Λέξη:
σκοτώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (8):
massakrieren, morden, umbringen, erschlagen, schlachten, töten, totschlagen, ermorden
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά σκοτώνω, όνειρο σκοτώνω, σκοτώνω συνώνυμο, σκοτώνω συνώνυμα, σκοτώνω στα ιταλικα, σκοτώνω σου λέω για χάρη του έρωτά μας, σκοτώνω στα γερμανικά, massakrieren στα ελληνικά
σκοτώνω στα γερμανικά