lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σκοτώνω στα πορτογαλικά

Λέξη:
σκοτώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (4):
assassinar, assinar, matar, pasmar
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά σκοτώνω, όνειρο σκοτώνω, σκοτώνω συνώνυμο, σκοτώνω συνώνυμα, σκοτώνω στα ιταλικα, σκοτώνω σου λέω για χάρη του έρωτά μας, σκοτώνω στα πορτογαλικά, assassinar στα ελληνικά
σκοτώνω στα πορτογαλικά