lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

στέγαση στα τσεχική

Λέξη:
στέγαση (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (17):
apartmá, bydlení, bydliště, byt, domov, domácnost, dům, ložisko, lůžko, nocleh, obydlí, osídlení, pobyt, příbytek, rodina, ubytování, umístění
Σχετικές λέξεις:
τσεχική στέγαση, φοιτητική στέγαση, στέγαση φοιτητών, στέγαση συνώνυμα, στέγαση σε οικισμό στέγασης εκτοπισθέντων, στέγαση πανεπιστήμιο κύπρου, στέγαση στα τσεχική, apartmá στα ελληνικά
στέγαση στα τσεχική