lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

στέγαση στα φινλανδικά

Λέξη:
στέγαση (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (7):
asumus, asunto, majoitus, asuminen, huoneisto, koti, majapaikka
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά στέγαση, φοιτητική στέγαση, στέγαση φοιτητών, στέγαση συνώνυμα, στέγαση σε οικισμό στέγασης εκτοπισθέντων, στέγαση πανεπιστήμιο κύπρου, στέγαση στα φινλανδικά, asumus στα ελληνικά
στέγαση στα φινλανδικά