lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

στέγαση στα πορτογαλικά

Λέξη:
στέγαση (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (11):
apartamento, aposento, aposentos, casa, domicilio, domicílio, estancia, habitação, hospedagem, morada, piso
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά στέγαση, φοιτητική στέγαση, στέγαση φοιτητών, στέγαση συνώνυμα, στέγαση σε οικισμό στέγασης εκτοπισθέντων, στέγαση πανεπιστήμιο κύπρου, στέγαση στα πορτογαλικά, apartamento στα ελληνικά
στέγαση στα πορτογαλικά