lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

χέρι στα τσεχική

Λέξη:
χέρι (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (14):
dlaň, manuální, obor, odbočka, odvětví, paže, plec, plecko, příručka, rameno, rozvětvení, ruka, ruční, větev
Σχετικές λέξεις:
τσεχική χέρι, χέρι χέρι, χέρι του θεού, χέρι του άδωνι, χέρι της φατιμά, χέρι στισ καταθέσεισ, χέρι στα τσεχική, dlaň στα ελληνικά
χέρι στα τσεχική