lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

χέρι στα ουγγρική

Λέξη:
χέρι (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (7):
tenyér, elágazás, folyóág, váll, kézi, kéz, biccent
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική χέρι, χέρι χέρι, χέρι του θεού, χέρι του άδωνι, χέρι της φατιμά, χέρι στισ καταθέσεισ, χέρι στα ουγγρική, tenyér στα ελληνικά
χέρι στα ουγγρική