lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

χέρι στα δανική

Λέξη:
χέρι (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (8):
han, hånd, afdeling, arm, gren, aksel, skulder, håndbog
Σχετικές λέξεις:
δανική χέρι, χέρι χέρι, χέρι του θεού, χέρι του άδωνι, χέρι της φατιμά, χέρι στισ καταθέσεισ, χέρι στα δανική, han στα ελληνικά
χέρι στα δανική