lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

στόμα στα φινλανδικά

Λέξη:
στόμα (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (5):
kasvot, suu, suudella, suutelo, kita
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά στόμα, στόμα του λύκου, στόμα τησ αλήθειασ, στόμα στεγνό, στόμα σκύλου, στόμα ραψε, στόμα στα φινλανδικά, kasvot στα ελληνικά
στόμα στα φινλανδικά