lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τμήμα στα φινλανδικά

Λέξη:
τμήμα (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (22):
artikkeli, divisioona, ero, esine, haarakonttori, haaraliike, jakaminen, jako, jakolasku, jakso, jaosto, joukko, joukkue, kanto, leikkaus, lohko, lokero, luku, lääni, osasto, tynkä, viipale
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά τμήμα, τμήμα ψυχολογίας απθ, τμήμα φιλοσοφίας και παιδαγωγικής απθ, τμήμα φιλολογίας, τμήμα πληροφορικής, τμήμα περιβάλλοντος, τμήμα στα φινλανδικά, artikkeli στα ελληνικά
τμήμα στα φινλανδικά