lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τμήμα στα γερμανικά

Λέξη:
τμήμα (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (22):
abschnitt, abteilung, artikel, aufteilung, division, durchschnitt, filiale, kapitel, kommando, querschnitt, scheidung, schnitt, segment, segmentierung, sektion, strecke, teilspannungsmesser, teilung, trupp, truppe, zweig, zweigniederlassung
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά τμήμα, τμήμα ψυχολογίας απθ, τμήμα φιλοσοφίας και παιδαγωγικής απθ, τμήμα φιλολογίας, τμήμα πληροφορικής, τμήμα περιβάλλοντος, τμήμα στα γερμανικά, abschnitt στα ελληνικά
τμήμα στα γερμανικά