lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καραμέλα στα αγγλικά

Λέξη:
καραμέλα (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (12):
bonbon, candy, comfit, confection, elecampane, fondant, iris, sugar-plum, sugarplum, sweet, sweetie, toffee
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά καραμέλα, καραμέλα συνταγή, καραμέλα ρέθυμνο, καραμέλα παρλιάρος, καραμέλα παιδικός σταθμός, καραμέλα με ζαχαρούχο, καραμέλα στα αγγλικά, bonbon στα ελληνικά
καραμέλα στα αγγλικά